Перевод: с русского на все языки

со всех языков на русский

η γκρέκα

См. также в других словарях:

  • γκρέκα — η διακοσμητικό σχήμα από ευθείες τεθλασμένες σε ορθές γωνίες, μαίανδρος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. greca (πρβλ. γαλλ. grecque)] …   Dictionary of Greek

  • Ψάχος, Κωνσταντίνος — (Μεγάλο Ρεύμα, Βόσπορος 1869 – Αθήνα 1949). Έλληνας μουσικολόγος, θεωρητικός, μουσικοδιδάσκαλος και συνθέτης. Σπούδασε βυζαντινή μουσική στην Κεντρική Ιερατική Σχολή της Κωνσταντινούπολης και θεολογία στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης. Στα πρώτα… …   Dictionary of Greek

  • μαίανδρος — ο γραμμικό διακοσμητικό μοτίβο που αποτελείται από ευθείες γραμμές και ορθές γωνίες, ζικζακωτή γραμμή, η γκρέκα: Στην αρχαία Ελλάδα ο μαίανδρος ήταν πολύ συνηθισμένο σχέδιο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»